λέρου

λέρου
λέρος
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Λέρου, Καλύμνου και Αστυπάλαιας, Ιερά Μητρόπολη — Μητρόπολη με κανονική εξάρτηση από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Έδρες της είναι η Λέρος, η Κάλυμνος και η Αστυπάλαια. Στη δικαιοδοσία της υπάγονται 40 ενοριακοί ναοί, όπου υπηρετούν 47 κληρικοί. Για την πλέον άρτια και εύρυθμη… …   Dictionary of Greek

  • Λερού, Γκαστόν — (Gaston Louis Alfred Leroux, Παρίσι 1868 – Νις 1927). Γάλλος συγγραφέας και δημοσιογράφος. Ήταν γιος ενός πλούσιου καταστηματάρχη. Παρακολούθησε το γυμνάσιο στη Νορμανδία και σπούδασε νομικά στο Παρίσι. Έχοντας σπαταλήσει την πατρική κληρονομιά,… …   Dictionary of Greek

  • Λέρου, δήμος — Δήμος (8.207 κάτ.) του νομού Δωδεκανήσου, που ανασυστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και αποτελείται από τον πρώην ομώνυμο δήμο. Έδρα του δήμου ορίστηκε ο οικισμός Αγία Μαρίνα …   Dictionary of Greek

  • Αγία Μαρίνα — I Τοπωνύμια στον ελλαδικό χώρο. 1. To λιμάνι της Λέρου στο Ν τμήμα του όρμου της Άλινδας. 2. Όρμος και ακρωτήριο στην Αττική απέναντι στα μικρά νησιά Στύρα και Καβαλιανή του νότιου Ευβοϊκού. 3. Όρμος και ακρωτήριο στην Αίγινα. 4. Όρμος και… …   Dictionary of Greek

  • Δωδεκάνησα — Νησιωτικό σύμπλεγμα και νομός (2.663 τ. χλμ., 190.071 κάτ.) της περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, με πρωτεύουσα τη Ρόδο. Βρίσκονται στο νοτιοανατολικό τμήμα του Αιγαίου πελάγους. Εκτείνονται Ν της Σάμου και της Ικαρίας έως το Λιβυκό πέλαγος και Α των… …   Dictionary of Greek

  • Leros — Gemeinde Leros Δήμος Λέρου (Λέρος) …   Deutsch Wikipedia

  • γούρνα — Οικισμός (292 κάτ.) της Λέρου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Λέρου του νομού Δωδεκανήσου. * * * η (Μ γούρνα) 1. φυσικό ή τεχνητό κοίλωμα, λάκκος 2. δοχείο για το πότισμα τών ζώων νεοελλ. 1. λεκάνη για πλύσιμο 2. δεξαμενή ελαιοτριβείου, όπου… …   Dictionary of Greek

  • κάμαρα — Ονομασία εννέα οικισμών. 1. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 560 μ., 287 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μεγαλοπόλεως του νομού Αρκαδίας. Βρίσκεται στο νότιο άκρο του νομού, 59 χλμ. ΝΔ της Τρίπολης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Φαλαισίας. 2. Ημιορεινός οικισμός …   Dictionary of Greek

  • καμάρα — Ονομασία εννέα οικισμών. 1. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 560 μ., 287 κάτ.) στην πρώην επαρχία Μεγαλοπόλεως του νομού Αρκαδίας. Βρίσκεται στο νότιο άκρο του νομού, 59 χλμ. ΝΔ της Τρίπολης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Φαλαισίας. 2. Ημιορεινός οικισμός …   Dictionary of Greek

  • λακκί — Ονομασία τριών οικισμών. 1. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 150 μ., 77 κάτ.) της Καρπάθου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Καρπάθου του νομού Δωδεκανήσου. 2. Μεγάλος παράλιος οικισμός (υψόμ. 70 μ., 1.990 κάτ.) της Λέρου. Βρίσκεται στη δυτική ακτή του… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”